ΖΕΦΥΡΟΣ, ΧΛΩΡΙΣ ΚΑΙ ΙΡΙΣ
από τις 52 ιστορίες της ενότητας "Μυθολογώντας ερωτικά"
Εξαίσια μέρα ξημερώνει στη Μεσόγειο. Ο Ήλιος την διατρέχει και στεγνώνει μία μία τις σταγόνες της δροσιάς. Καταπράσινα τα λιβάδια και τα βουνά, από την Κύπρο της Αφροδίτης μέχρι των Εσπερίδων τη χώρα, κι απ' τη Νότια Ευρώπη ως τ' αμέτρητα νησιά κι ακόμα ως τις ακτές της Βόρειας Αφρικής. Η θάλασσα μεταξωτό ρυτιδωμένο από τον Ζέφυρο, κι η χλόη κινείται κι αυτή στο πέρασμά του, ίδια όπως κυματίζουν τα μαλλιά σε παιδικό κεφάλι. Δυτικός άνεμος ο Ζέφυρος ο θεός, ευφορία σκορπάει όπου περνά κι αγαλλιάζουν τόποι ολόκληροι μες στο τεράστιο άνοιγμα των γαλανών φτερών του.
Απ' τα ξημερώματα έχει ξεκινήσει και η Χλωρίς τον ατέλειωτο περίπατό της. Είναι η μόνη νύμφη που δεν έχει διόλου σάρκα, που είναι καμωμένη από λεπτά φύλλα, μίσχους, νεαρούς βλαστούς, μια γυναίκα του ονείρου, εύθραυστη θαρρείς, μα τόσο ευλύγιστη κι ελαφριά που δεν σπάζει ούτε ένα φύλλο, ούτε ένα κλωναράκι επάνω της.
Και η συνάντηση γίνεται με τον πιο φυσικό τρόπο. Στα ίδια μέρη τριγυρνούν και οι δυο. Ίσα που ξεχωρίζει στην ολοπράσινη φύση η Χλωρίς. Την προδίδει η φίνα της κίνηση, πράσινη σβελτάδα μες στο πράσινο, θεία παρέμβαση στο ανοιξιάτικο τοπίο. Έτσι την διέκρινε κι ο Ζέφυρος· σαν κάτι που αντιστεκόταν ελαφρά στο φύσημά του, σαν δεντρο που τρέχει σιγανά. Ο θεός χαμηλώνει χωρίς καθυστέρηση, το χορτάρι λυγίζει στο γλυκό του πέρασμα και αποκαλύπτει περισσότερο τη νύμφη.
Καμωμένοι ο ένας για τον άλλον, σμίγουν με αρμονία. Σιωπηλό το σμίξιμο, μόνο κελαηδίσματα πουλιών, σιωπηλή η έκσταση, θεϊκή η σπορά του Ζέφυρου πάνω στο σώμα της Χλωρίδος, μικρά ανοιχτοπράσινα στίγματα· όχι, μπουμπούκια είναι άπειρα που σκάζουν επάνω της και ξεπροβάλλουν το ένα μετά το άλλο τα γλυκύτατα τέκνα της· οι κρόκοι πρώτα κι οι ανεμώνες όλων των χρωμάτων, οι υάκινθοι, τα βαθυκύανα τσαμπάκια των βολβών, οι καλέντουλες κι οι ορχιδέες του αγρού, το χαμομήλι, οι λευκές καμπανούλες κι οι παπαρούνες της φωτιάς, τα ρόδα, οι χρυσές μαργαρίτες και οι ηλίανθοι κι όψιμα τα άνθη του θυμαριού, του μάραθου, του βασιλικού κι οι άφθονες συστάδες των κυκλάμινων και των ασπράγγελων. Από ψηλά οι θεοί των αιθέρων, οι άνεμοι, οι αστέρες, η Σελήνη στη χλομή ανατολή της, η Ίρις η χρυσόφτερη, η Ηώς και ο Ήλιος ο υπέρτατος, θαυμάζουν τον τεράστιο δρόμο της ευωδιαστής σποράς του Ζέφυρου. Κι εκείνος συνεχίζει με τα μάτια μισόκλειστα, στην ηδονή δοσμένα, και μπουμπουκίζει τον απέραντο έρωτά του.
Και πριν πέσει απαλά το σούρουπο, παρασύρεται ο Ζέφυρος απ' τον δρόμο των λουλουδιών στον εξ' ίσου παγχρωματικό δρόμο της Ίριδος, το τόξο το εφτάχρωμο, το ουράνιο, ώσπου καταλήγει αέρινος, άδειος, ευτυχής, στην αγκαλιά τής θεάς. Τον τελευταίο ανθό του, την ίριδα τη βαθύχρωμη με τις χρυσές γραμμές, αποθέτει στη νέα ερωμενη, ένα μπουμπούκι μοναδικό που είναι αρκετό για ν' αποκτήσει παιδί η μεγάλη Ίρις. Τρία πέταλα σαρκώδη και σγουρά ξεδιπλώνονται κι ανάμεσά τους, κυανές, τρεις λόγχες. Κι απ' την καρδιά αυτού του ανθού, με τ' άρωμα που μαγεύει και υπνωτίζει, πέταξε αθάνατος στους αιθέρες ένας μικρός ερωτιδέας, ή μήπως ήταν ο ίδιος ο Έρως κι ας τον λέγαν γιο της Αφροδίτης;
Δημοσιεύτηκε το 2011 στο ομώνυμο ημερολόγιο του 2012
ΧΩΡΙΣ ΣΚΙΑ
στη μικρούλα Αφροδίτη
Ξυπνώ χωρίς αιτία και δεν καταλαβαίνω πού βρίσκομαι. Σίγουρα είναι παλιό αυτό το σπίτι και από χρόνια κλειστό. Ένα σαλιγκάρι στο μανίκι μου με λευκό καβούκι. Κι ένα ξέκλαρο δέντρο στη μέση του δωματίου. Το κρεβάτι όμως ολοκάθαρο, με σιδερωμένα σεντόνια και κουβέρτα κεντημένη στο χέρι. Ένα κοριτσάκι, μικρό σαν σπουργίτι, μπαινοβγαίνει στο πέδιλό μου. Μόλις καταλαβαίνει πως την βλέπω, σκαρφαλώνει στους φθαρμένους τοίχους μ' ευκολία και μου χαμογελάει μέσα από ένα ξηλωμένο κεραμίδι. Παρακολουθώντας την, ανακαλύπτω κι άλλα τοπία εκεί μέσα. Οι τοίχοι είχαν κάποτε ζωγραφιές, κι από μια φαρδιά χαραμάδα έρχεται φως και μουσική. Στο πάτωμα, δυο βιβλία. Το ένα ανοιχτό με τυπωμένες σελίδες και χρωματιστές εικόνες, το άλλο κλειστό. Πλησιάζω, και το κοριτσάκι με προλαβαίνει. Με το δάχτυλο του παίρνει λεπτή σκόνη από το πάτωμα και αφήνει ίχνη στις σελίδες του κλειστού βιβλίου που είναι όλες λευκές. Η μικρή περνάει στο διπλανό δωμάτιο από την χαραμάδα, εγώ από την πόρτα που με δυσκολία άνοιξα. Ένα αγόρι παίζει ακορντεόν. Το κοριτσάκι ανεβαίνει στο κεφάλι του, τα χεράκια του γίνονται διάφανες φτερούγες, και τα δύο παιδιά ανεβαίνουν απ' την τρύπια στέγη στον ουρανό. Μετά από λίγο ακούγεται ένας μαλακός θόρυβος. Το αγόρι έπεσε στο γρασίδι χωρίς να χτυπήσει. Το μικρό κορίτσι στέκεται ψηλά σε λευκό σύννεφο και η σκιά του γράφεται σαν να είναι το σύννεφο γυάλινο. Μας χαιρετάει και τους δυο και ταυτόχρονα ανεμώνες φυτρώνουν δροσερές στο σύννεφό της.
Δημοσιεύτηκε το 2008 στην ομώνυμη συλλεκτική έκδοση
ΚΑΤΙ ΠΑΡΑΞΕΝΟ ΑΠΟΨΕ ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ
(απόσπασμα)
(...) Οι έντεκα κούκλες ξεκούραστα τον ταξιδεύουν
κι όλα δείχνουν πως κοντεύουν.
Όμως, και σ' αυτό του γυρισμού το ταξίδι
παράξενα ένα σωρό τον Πάνο συνοδεύουν.
Ανάκατα στον ουρανό -σταθείτε- όχι ανάκατα
μ' ανάποδη σειρά σημάδια των παραμυθιών θα δει
και πως όλοι έρχονται μαζί του θα σιγουρευτεί:
Χαλίκια σαν αστέρια λαμπερά
σύννεφο βυσσινί που καπέλο φορά
δυο μπότες, μια ουρά
μια καρδιά μολυβένια
και μια κοπέλα που χορεύει σαν σβούρα ασημένια.
Χρυσή λάμψη από ξανθά μαλλιά θα φανεί
και ήχος ξυλένιος θ' ακουστεί.
Τρία φλιτζάνια ροζ γιαλιστερά
και βροχή από σπίρτα σβηστά.
Αστέρια πολλά -όχι αστέρια- διαμάντια είναι
σε μαλλιά μαύρα όμορφου κοριτσιού
κι ένα γοβάκι γυάλινο που στάχτη σκορπά του τζακιού.
Απ' όλα όμως τα σημάδια πιο φανταχτερό
ένα κόκκινο σκουφί που άνετα χωρά να μεταφέρει δυο! (...)
Δημοσιεύτηκε στο ομώνυμο βιβλίο, εκδόσεις Λιβάνη 2006
από τις 52 ιστορίες της ενότητας "Μυθολογώντας ερωτικά"
Εξαίσια μέρα ξημερώνει στη Μεσόγειο. Ο Ήλιος την διατρέχει και στεγνώνει μία μία τις σταγόνες της δροσιάς. Καταπράσινα τα λιβάδια και τα βουνά, από την Κύπρο της Αφροδίτης μέχρι των Εσπερίδων τη χώρα, κι απ' τη Νότια Ευρώπη ως τ' αμέτρητα νησιά κι ακόμα ως τις ακτές της Βόρειας Αφρικής. Η θάλασσα μεταξωτό ρυτιδωμένο από τον Ζέφυρο, κι η χλόη κινείται κι αυτή στο πέρασμά του, ίδια όπως κυματίζουν τα μαλλιά σε παιδικό κεφάλι. Δυτικός άνεμος ο Ζέφυρος ο θεός, ευφορία σκορπάει όπου περνά κι αγαλλιάζουν τόποι ολόκληροι μες στο τεράστιο άνοιγμα των γαλανών φτερών του.
Απ' τα ξημερώματα έχει ξεκινήσει και η Χλωρίς τον ατέλειωτο περίπατό της. Είναι η μόνη νύμφη που δεν έχει διόλου σάρκα, που είναι καμωμένη από λεπτά φύλλα, μίσχους, νεαρούς βλαστούς, μια γυναίκα του ονείρου, εύθραυστη θαρρείς, μα τόσο ευλύγιστη κι ελαφριά που δεν σπάζει ούτε ένα φύλλο, ούτε ένα κλωναράκι επάνω της.
Και η συνάντηση γίνεται με τον πιο φυσικό τρόπο. Στα ίδια μέρη τριγυρνούν και οι δυο. Ίσα που ξεχωρίζει στην ολοπράσινη φύση η Χλωρίς. Την προδίδει η φίνα της κίνηση, πράσινη σβελτάδα μες στο πράσινο, θεία παρέμβαση στο ανοιξιάτικο τοπίο. Έτσι την διέκρινε κι ο Ζέφυρος· σαν κάτι που αντιστεκόταν ελαφρά στο φύσημά του, σαν δεντρο που τρέχει σιγανά. Ο θεός χαμηλώνει χωρίς καθυστέρηση, το χορτάρι λυγίζει στο γλυκό του πέρασμα και αποκαλύπτει περισσότερο τη νύμφη.
Καμωμένοι ο ένας για τον άλλον, σμίγουν με αρμονία. Σιωπηλό το σμίξιμο, μόνο κελαηδίσματα πουλιών, σιωπηλή η έκσταση, θεϊκή η σπορά του Ζέφυρου πάνω στο σώμα της Χλωρίδος, μικρά ανοιχτοπράσινα στίγματα· όχι, μπουμπούκια είναι άπειρα που σκάζουν επάνω της και ξεπροβάλλουν το ένα μετά το άλλο τα γλυκύτατα τέκνα της· οι κρόκοι πρώτα κι οι ανεμώνες όλων των χρωμάτων, οι υάκινθοι, τα βαθυκύανα τσαμπάκια των βολβών, οι καλέντουλες κι οι ορχιδέες του αγρού, το χαμομήλι, οι λευκές καμπανούλες κι οι παπαρούνες της φωτιάς, τα ρόδα, οι χρυσές μαργαρίτες και οι ηλίανθοι κι όψιμα τα άνθη του θυμαριού, του μάραθου, του βασιλικού κι οι άφθονες συστάδες των κυκλάμινων και των ασπράγγελων. Από ψηλά οι θεοί των αιθέρων, οι άνεμοι, οι αστέρες, η Σελήνη στη χλομή ανατολή της, η Ίρις η χρυσόφτερη, η Ηώς και ο Ήλιος ο υπέρτατος, θαυμάζουν τον τεράστιο δρόμο της ευωδιαστής σποράς του Ζέφυρου. Κι εκείνος συνεχίζει με τα μάτια μισόκλειστα, στην ηδονή δοσμένα, και μπουμπουκίζει τον απέραντο έρωτά του.
Και πριν πέσει απαλά το σούρουπο, παρασύρεται ο Ζέφυρος απ' τον δρόμο των λουλουδιών στον εξ' ίσου παγχρωματικό δρόμο της Ίριδος, το τόξο το εφτάχρωμο, το ουράνιο, ώσπου καταλήγει αέρινος, άδειος, ευτυχής, στην αγκαλιά τής θεάς. Τον τελευταίο ανθό του, την ίριδα τη βαθύχρωμη με τις χρυσές γραμμές, αποθέτει στη νέα ερωμενη, ένα μπουμπούκι μοναδικό που είναι αρκετό για ν' αποκτήσει παιδί η μεγάλη Ίρις. Τρία πέταλα σαρκώδη και σγουρά ξεδιπλώνονται κι ανάμεσά τους, κυανές, τρεις λόγχες. Κι απ' την καρδιά αυτού του ανθού, με τ' άρωμα που μαγεύει και υπνωτίζει, πέταξε αθάνατος στους αιθέρες ένας μικρός ερωτιδέας, ή μήπως ήταν ο ίδιος ο Έρως κι ας τον λέγαν γιο της Αφροδίτης;
Δημοσιεύτηκε το 2011 στο ομώνυμο ημερολόγιο του 2012
ΧΩΡΙΣ ΣΚΙΑ
στη μικρούλα Αφροδίτη
Ξυπνώ χωρίς αιτία και δεν καταλαβαίνω πού βρίσκομαι. Σίγουρα είναι παλιό αυτό το σπίτι και από χρόνια κλειστό. Ένα σαλιγκάρι στο μανίκι μου με λευκό καβούκι. Κι ένα ξέκλαρο δέντρο στη μέση του δωματίου. Το κρεβάτι όμως ολοκάθαρο, με σιδερωμένα σεντόνια και κουβέρτα κεντημένη στο χέρι. Ένα κοριτσάκι, μικρό σαν σπουργίτι, μπαινοβγαίνει στο πέδιλό μου. Μόλις καταλαβαίνει πως την βλέπω, σκαρφαλώνει στους φθαρμένους τοίχους μ' ευκολία και μου χαμογελάει μέσα από ένα ξηλωμένο κεραμίδι. Παρακολουθώντας την, ανακαλύπτω κι άλλα τοπία εκεί μέσα. Οι τοίχοι είχαν κάποτε ζωγραφιές, κι από μια φαρδιά χαραμάδα έρχεται φως και μουσική. Στο πάτωμα, δυο βιβλία. Το ένα ανοιχτό με τυπωμένες σελίδες και χρωματιστές εικόνες, το άλλο κλειστό. Πλησιάζω, και το κοριτσάκι με προλαβαίνει. Με το δάχτυλο του παίρνει λεπτή σκόνη από το πάτωμα και αφήνει ίχνη στις σελίδες του κλειστού βιβλίου που είναι όλες λευκές. Η μικρή περνάει στο διπλανό δωμάτιο από την χαραμάδα, εγώ από την πόρτα που με δυσκολία άνοιξα. Ένα αγόρι παίζει ακορντεόν. Το κοριτσάκι ανεβαίνει στο κεφάλι του, τα χεράκια του γίνονται διάφανες φτερούγες, και τα δύο παιδιά ανεβαίνουν απ' την τρύπια στέγη στον ουρανό. Μετά από λίγο ακούγεται ένας μαλακός θόρυβος. Το αγόρι έπεσε στο γρασίδι χωρίς να χτυπήσει. Το μικρό κορίτσι στέκεται ψηλά σε λευκό σύννεφο και η σκιά του γράφεται σαν να είναι το σύννεφο γυάλινο. Μας χαιρετάει και τους δυο και ταυτόχρονα ανεμώνες φυτρώνουν δροσερές στο σύννεφό της.
Δημοσιεύτηκε το 2008 στην ομώνυμη συλλεκτική έκδοση
ΚΑΤΙ ΠΑΡΑΞΕΝΟ ΑΠΟΨΕ ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ
(απόσπασμα)
(...) Οι έντεκα κούκλες ξεκούραστα τον ταξιδεύουν
κι όλα δείχνουν πως κοντεύουν.
Όμως, και σ' αυτό του γυρισμού το ταξίδι
παράξενα ένα σωρό τον Πάνο συνοδεύουν.
Ανάκατα στον ουρανό -σταθείτε- όχι ανάκατα
μ' ανάποδη σειρά σημάδια των παραμυθιών θα δει
και πως όλοι έρχονται μαζί του θα σιγουρευτεί:
Χαλίκια σαν αστέρια λαμπερά
σύννεφο βυσσινί που καπέλο φορά
δυο μπότες, μια ουρά
μια καρδιά μολυβένια
και μια κοπέλα που χορεύει σαν σβούρα ασημένια.
Χρυσή λάμψη από ξανθά μαλλιά θα φανεί
και ήχος ξυλένιος θ' ακουστεί.
Τρία φλιτζάνια ροζ γιαλιστερά
και βροχή από σπίρτα σβηστά.
Αστέρια πολλά -όχι αστέρια- διαμάντια είναι
σε μαλλιά μαύρα όμορφου κοριτσιού
κι ένα γοβάκι γυάλινο που στάχτη σκορπά του τζακιού.
Απ' όλα όμως τα σημάδια πιο φανταχτερό
ένα κόκκινο σκουφί που άνετα χωρά να μεταφέρει δυο! (...)
Δημοσιεύτηκε στο ομώνυμο βιβλίο, εκδόσεις Λιβάνη 2006